πρόστηση

Revision as of 12:23, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (35)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η, Ν προΐστημι
(νομ.) ανάθεση της διεξαγωγής μιας υπηρεσίας με ευθύνη και εξάρτηση από τις οδηγίες του αναθέτοντος, χαρακτηριστικό στοιχείο της οποίας είναι η ύπαρξη σχέσης εξάρτησης αυτού που αναλαμβάνει την εκτέλεση της υπηρεσίας, και που λέγεται προστηθείς, προς εκείνον που του αναθέτει την υπηρεσία αυτή και λέγεται προστήσας.