εκτέλεση

From LSJ

Σοφῷ παρ' ἀνδρὶ (Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς) πρῶτος εὑρέθη λόγος → Apud sapientem inventa est ratio primitus → Bei einem weisen Mann fand man zuerst Vernunft

Menander, Monostichoi, 487

Greek Monolingual

η
1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα του εκτελώ, πραγμάτωση, πραγματοποίηση, εκπλήρωσηεκτέλεση διαταγής, καθήκοντος, απόφασης κ.λπ.»)
2. απόδοση μουσικού κομματιού, ο τρόπος με τον οποίο αποδόθηκε
3. θανατική εκτέλεση, η εκτέλεση της θανατικής καταδίκης, η θανάτωση
4. (νομ.) α) το σύνολο τών δικαστικών πράξεων που κατατείνουν στην πραγμάτωση τών οριζομένων από τη δικαστική απόφαση
β) διοικητική εκτέλεση, η εφαρμογή τών εξαναγκαστικών μέτρων που παρέχουν οι νόμοι για να εισπραχθούν οι οφειλές προς το δημόσιο.