προσσυνίστημι

Revision as of 12:24, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (35)

English (LSJ)

   A recommend further, D.61.31.

German (Pape)

[Seite 780] (s. ἵστημι), noch dazu, zugleich vorstellen, empfehlen, Dem. 61, 31.

Greek (Liddell-Scott)

προσσυνίστημι: συνιστῶ, συστήνω προσέτι, περαιτέρω, Δημ. 1411. 5.

Greek Monolingual

Α
συνιστώ κάποιον ακόμη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + συνίστημι «συστήνω»].