γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → women know nothing except from what they want
και συσταίνω και συστένω Νβλ. συνιστώ.[ΕΤΥΜΟΛ. < συστήσω, υποτακτ. αορ. του αρχ. συνίστημι (πρβλ. στήσω, βλ. λ. ἵστημι)].