ροφός

Revision as of 12:26, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (36)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

και ρουφός, ο, Ν
ζωολ. κοινή ονομασία του μεγαλόσωμου και εύγευστου περκόμορφου ψαριού Epinephelus guaza, που απαντά στον υποτροπικό Ατλαντικό, στη Μεσόγειο και στις ελληνικές θάλασσες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ορφός (με μετάθεση του -ρ-)].