το, Ν ζωολ. κοινή ονομασία μακρόουρων δενδρόβιων πιθήκων της Νότιας Αμερικής που ανήκουν στα γένη πιθηκία και χειροπόδες. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. saki < sagui, λ. της γλώσσας Τούπι].