η, Νχώρος αγοραπωλησίας σιταριού και άλλων δημητριακών.[ΕΤΥΜΟΛ. < σίτος + αγορά. Η λ., στον λόγιο τ. του πληθ. σιταγοραί, μαρτυρείται από το 1886 στην εφημερίδα Ακρόπολις].