τετράβραχυς

Revision as of 12:54, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (41)

English (LSJ)

εος, ὁ, a metrical

   A foot consisting of four short syllables, = προκελευσματικός, Sch.Ar.Av.238.

German (Pape)

[Seite 1096] εος, ὁ, ein aus vier kurzen Sylben bestehender Versfuß, gewöhnlich προκελευσματικός, Gramm.

Greek (Liddell-Scott)

τετράβρᾰχυς: -εως, ὁ, μετρικὸς ποὺς συγκείμενος ἐκ τεσσάρων βραχειῶν συλλαβῶν, = προκελευσματικός, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 237.

Greek Monolingual

-άχεος, ὁ, ΜΑ
μετρικός πους που αποτελείται από τέσσερεις βραχείες συλλαβές, αλλ. προκελευσματικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + βραχύς.