ἐπισκυθίζω

Revision as of 19:28, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4)

English (LSJ)

   A pour out drink in Scythian fashion, i.e.with unmixed wine, Hdt.6.84, Chamael. ap. Ath.10.427c.

German (Pape)

[Seite 980] nach scythischer Sitte ungemischten Wein nach der Mahlzeit zu trinken geben, Her. 6, 84; vgl. Ath. X, 427 b.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπισκυθίζω: μέλλ. -ῐῶ, πίνω τὸν οἶνον κατὰ τὸν Σκυθικὸν τρόπον, δηλ. πίνω αὐτὸν ἄκρατον, ἀκρατοποτῶ, ζωρότερον πίνω, Ἡρόδ. 6. 84, πρβλ. Ἀθήν. 427Β κἑξ. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατ. σ. 45.

French (Bailly abrégé)

boire comme un Scythe, càd copieusement.
Étymologie: ἐπί, σκυθίζω.

Greek Monolingual

ἐπισκυθίζω (Α) σκυθίζω
πίνω κρασί ανέρωτο, σαν να είμαι Σκύθης.

Greek Monotonic

ἐπισκῠθίζω: μέλ. -ιῶ, πίνω κρασί σύμφωνα με τον Σκυθικό τρόπο, δηλ. μη αναμεμειγμένο με νερό, σε Ηρόδ.