ὑποδηλόω

Revision as of 02:20, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

English (LSJ)

   A show privately, σημεῖον Ar.Th.1011; hint at, suggest, θεῖόν τι Philostr.Her.Prooem.3; τὸ ἀθαρσές τινος Plu.Nic.4; imply, Ael.NA5.45; foreshadow, ib.7.7.

German (Pape)

[Seite 1215] andeuten, erklären; Ar. Thesm. 1011; Luc. Pseudol. 6.

Greek (Liddell-Scott)

ὑποδηλόω: ὑποδεικνύω, δεικνύω πλαγίως, σημεῖον Ἀριστοφ. Θεσμ. 1011· τὸ ἀθαρσές τινος Πλουτ. Νικ. 4, κλπ.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
faire comprendre, expliquer.
Étymologie: ὑπό, δηλόω.

Greek Monotonic

ὑποδηλόω: μέλ. -ώσω, υποδεικνύω πλαγίως, ιδιαιτέρως, σε Πλούτ.