μετακέρασμα

Revision as of 17:10, 28 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

English (LSJ)

ατος, το,

   A mixture of cold and hot water, Hp.Acut.65; μ. ψυχροῦ καὶ θερμοῦ Plu.2.951e.

German (Pape)

[Seite 147] τό, Mischung aus zweierlei Dingen, Plut. de prim. frig. 15, ψυχροῦ καὶ θερμοῦ.

Greek (Liddell-Scott)

μετακέρασμα: τό, κρᾶμα ψυχροῦ καὶ θερμοῦ ὕδατος, τὸ οὕτω συγκεκερασμένον ὕδωρ, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 395· μ. ψυχροῦ καὶ θερμοῦ Πλούτ. 2. 951Ε.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
mélange de chaud et de froid, mélange tiède.
Étymologie: μετακεράννυμι.

Greek Monolingual

μετακέρασμα, τὸ (Α) μετακεράννυμι
μίγμα θερμού και ψυχρού νερού.

Russian (Dvoretsky)

μετακέρασμα: ατος τό смесь (ψυχροῦ καὶ θερμοῦ Plut.).