ἀπονόστησις
English (LSJ)
εως, ἡ,
A return, Arr.An.7.4.3, 7.12.1.
German (Pape)
[Seite 317] ἡ, die Heimkehr, Arr. An. 7, 4, 4.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπονόστησις: -εως, ἡ, τὸ ἀπονοστεῖν, τὸ ἐπανέρχεσθαι, Ἀρρ. Ἀν. 7. 4, 4.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
vuelta, retorno οἴκαδε Arr.An.7.12.1, Erot.Fr.Pap.1.18G.
Greek Monolingual
ἀπονόστησις, η (Α)
επιστροφή στην πατρίδα, παλιννόστηση.