ἐγκριτέον

Revision as of 17:50, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1, $2")

English (LSJ)

one must admit, εἰς ἀριθμόν τινα, opp. ἀποκρ-, Pl. R.537a, cf. 413d; διορισμὸν ἐ. ὡς πιθανώτατον Dam.Pr.436, cf. Jul. Or.7.219a; one must approve, recommend, αἰώρας Herod.Med. in Rh.Mus.58.86: also pl. ἐγκριτέα ib.112.

Greek (Liddell-Scott)

ἐγκρῐτέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἐγκρίνῃ, ἀποδεχθῇ, εἰς ἀριθμόν τινα, ἀντίθετον τῷ ἀποκριτέον, Πλάτ. Πολ. 537Α, πρβλ. 413D.

Spanish (DGE)

1 hay que admitir c. ac. de pers. τὸν μὲν μνήμονα καὶ δυσεξαπάτητον Pl.R.413d, cf. 537a, c. ac. de abstr. καλὸν (μῦθον) Pl.R.377c, τὸ δὲ κατὰ τὴν διάνοιαν ἀπεμφαῖνον χρησίμου γιγνόμενον χάριν ἐ. Iul.Or.7.219a, τὸν τοῦ ἀδυνάτου διορισμὸν ἐ. ὡς πιθανώτατον Dam.in Prm.436, c. ac. de cosa ἐ. ὀλίγα τινὰ τῶν μύρων Clem.Al.Paed.2.8.66.
2 medic. hay que recomendar ἐ. τὸ εὔχρουν καὶ ἄξυλον (ἀμμωνιακόν) Orib.11.α.38, αἰώρας Anon.Med.Acut.Chron.5.3.12, ἐν δὲ ταῖς περιόδοις τοῦ πάθους ἐ. τὰ πρῶτα ἡσυχίαν τε καὶ ἀσιτίαν Anon.Med.Acut.Chron.15.3.8.

Greek Monotonic

ἐγκρῐτέον: ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει κάποιος να αποδεχθεί, να παραδεχτεί, σε Πλάτ.