ἀποκριτέον

From LSJ

γλυκύ δ᾽ἀπείρῳ πόλεμος, πεπειραμένων δέ τις ταρβεῖ προσιόντα, νιν καρδίᾳ περισσῶς → A sweet thing is war to the inexperienced, but anyone who has tasted it trembles at its approach, exceedingly, in his heart (Pindar, for the Thebans, fr. 110)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποκρῐτέον Medium diacritics: ἀποκριτέον Low diacritics: αποκριτέον Capitals: ΑΠΟΚΡΙΤΕΟΝ
Transliteration A: apokritéon Transliteration B: apokriteon Transliteration C: apokriteon Beta Code: a)pokrite/on

English (LSJ)

A one must reject, opp. ἐγκριτέον, Pl.R. 377c, 413d, cf. Lib.Or.25.53.
II one must answer, Pl.Prt. 351d, Alc.1.114e, etc.

Spanish (DGE)

1 hay que rechazar los mitos de contenido malo, Pl.R.377c, cf. 413d
c. ac. y gen. hay que apartar a los gobernantes que sobornan ἀποκριτέον πράξεως τε καὶ προσηγορίας Lib.Or.25.53.
2 hay que responder οὐκ οἶδα ... εἰ ἐμοὶ ἀποκριτέον ἐστίν Pl.Prt.351d, cf. Alc.1.114e.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποκρῐτέον: ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἀπορρίψῃ, Πλάτ. Πολ. 377C· ἀντίθετον τῷ ἐγκριτέον, αὐτόθι 413D· ἴδε ἀποκρίνω ΙΙΙ. ΙΙ. πρέπει τις νὰ ἀποκριθῇ, ὁ αὐτ. Πρωτ. 351C, Ἀλκ. Ι. 114Ε· ἴδε ἀποκρίνω IV.

Greek Monotonic

ἀποκρῐτέον: ρημ. επίθ. του ἀποκρίνω·
I. αυτό που πρέπει κάποιος να απορρίψει, σε Πλάτ.
II. αυτό που πρέπει κάποιος να απαντήσει, στον ίδ.