ἀστεροφεγγής

Revision as of 15:05, 8 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")

English (LSJ)

ές,

   A shining with stars, αἰθήρ Orph.H.5.5; νύξ ib.3.3.

German (Pape)

[Seite 375] ές, sternglänzend, Orph. H. 3; Nonn. D. 1, 463.

Greek (Liddell-Scott)

ἀστεροφεγγής: -ές, ὁ διὰ τῶν ἀστέρων φέγγων, Ὀρφ. Ὕμν. 2. 3 καὶ 4. 4˙ ὡσαύτως -φᾰνής, ές, Νικ. Δαβ. παράφρ. Γρηγ. Ναζ. σ. 75. 20.

Spanish (DGE)

-ές
brillante de estrellas νύξ IG 10(2).108.3 (II a.C.), cf. Orph.H.3.3, αἰθήρ Orph.H.5.5, κύκλος (Ὀλύμπου) Nonn.D.1.465, cf. 33.371.

Greek Monolingual

ἀστεροφεγγής, -ές (Α)
αυτός που καταυγάζεται από το φως των άστρων.