ὁ, A servant in the chasm, PMag.Lond.121.353 (pl.).
servidor en el abismo
ὁ, Ααυτός που υπηρετεί στο χάσμα.[ΕΤΥΜΟΛ. < χάσμα, -ατος + ὑπουργός με τροπή του κλειστού -τ- στο αντίστοιχο δασύ -θ- πριν από δασυνόμενο φωνήεν].