ἑξαμερής

Revision as of 22:21, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

ές,    A in six parts, of the hexameter, Orph.Fr.356.

German (Pape)

[Seite 867] ές, sechstheilig, Longin. fr. 3, 7.

Greek (Liddell-Scott)

ἑξᾰμερής: -ές, ὁ, ἐκ μερῶν ἓξ ἀποτελούμενος, ἐπὶ τοῦ ἑξαμέτρου. Ὀρφ. παρὰ Λογγίνῳ ἐν Ἀποσπ. 3. 7.

Spanish (DGE)

(ἑξᾰμερής) -ές
dividido en seis partes πνεύμων Ar.Byz.Epit.2.328, σκῆπτρον ... ἑ. πισύρων καὶ εἴκοσι μέτρων Orph.Fr.166, del λόγος Sch.D.T.354.10.

Greek Monolingual

-ές (AM ἑξαμερής, -ές)
αυτός που αποτελείται από έξι μέρη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξα- < ἕξ (πρβλ. εξάγραμμα) + -μερής < μέρος.