γαλακτίας

Revision as of 20:45, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   " to "")

English (LSJ)

ου, ὁ, with and without κύκλος, A = γαλαξίας, Ptol.Alm. 8.2.

Greek (Liddell-Scott)

γᾰλακτίας: ἴδε ἐν λ. γαλαξίας.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ la Vía Láctea Ptol.Alm.8.2, cf. γαλαξίας.

Greek Monolingual

ο (Α γαλακτίας) γάλα
νεοελλ.
συνήθως στον πληθ.
1. τα πρώτα δόντια τών παιδιών, οι νεογιλείς οδόντες
2. τα πρώτα δόντια των αλόγων
αρχ.
γαλακτίας ή «γαλακτίας κύκλος» — ο γαλαξίας.