ἐξαπίναιος

Revision as of 08:37, 1 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

English (LSJ)

proparox., or ἐξαπῐν-αῖος, α, ον, or ος, ον, A = ἐξαιφνίδιος, Hp.Acut.28, X.Hier.10.6, Plb.25.2.1, Call.Jov.50, Ruf. ap. Orib.6.38.25. Adv. -ως Hp.Art.43, Th.3.3, al.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξαπίναιος: ἢ ἐξᾰπῐναῖος, α, ον, ἢ ος, ον, = ἐξαιφνίδιος, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 388, Ξεν. Ἱέρων 10, 6, Πολύβ. 26. 6, 1, Καλλ. εἰς Δία 50. - Ἐπίρρ. -ως, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 808, Θουκ. 3. 3, κ. ἀλλ.

Spanish (DGE)

(ἐξᾰπίναιος) -α, -ον

• Alolema(s): fem. -η Hp.Acut.37; -αῖος, -ον Hp.Acut.28, Hp.Mul.2.138; Plb.25.2.1

• Prosodia: [-ῐ-]
adv. graf. -ινέως Thdt.HE 2.30.5
1 repentino, imprevisto τὰ ἐξαπιναῖα δῆλα τῶν νουσημάτων Hp.Mul.l.c., αἱ ἐξαπιναῖοι μεταβολαί Hp.Acut.28, ὁ ἄρτος θερμὸς ... παρέχει καὶ ἐξαπιναίην πληθώρην Hp.Acut.37, πολεμίων ἔφοδοι X.Hier.10.6, cf. Plb.l.c., φόβοι Aen.Tact.27.6, ἔργα Call.Iou.50, ἐκδιαίτησις Ph.2.160, συμβολή I.BI 1.369, ἐπιδρομαί I.BI 3.116, διάρροια Ruf. en Orib.6.38.25
neutr. subst. τὰ ἐξαπίναια τάραχον ἐξεργάζεται lo repentino produce confusión X.Eq.9.4, ὑπό τε τοῦ παρὰ π[ροσ] δοκίαν ἐξαπιναίου τυπ[τόμ] ενοι Phld.Elect.19.10.
2 adv. -ως repentinamente πέμπουσιν ἐ. ... ναῦς Th.3.3, cf. Thdt.l.c.
de golpe, a la vez ὅπως ... ἐ. ἀφήσουσι (τὴν κλίμακα) de modo que dejen caer de golpe (la escalera) Hp.Art.43.

Greek Monotonic

ἐξαπίναιος: -α, -ον ή -ος, -ον, = ἐξαιφνίδιος, σε Ξεν.· επίρρ. -ως, σε Θουκ.

Middle Liddell

ἐξαπίναιος, η, ον adj adj = ἐξαιφνίδιος, Xen.] [adv. -ως Thuc.] [from ἐξᾰπί˘νης]
sudden, unexpected.