ἀνοιστέον
English (LSJ)
one must carry back or report, S. Ant. 272, E. HF 1221: — one must refer, τι πρός τι Plu. Phoc. 5; ἐπί τι Thphr. CP 4.11.8.
Greek Monotonic
ἀνοιστέον: ρημ. επίθ. του ἀναφέρω, αυτό που πρέπει να αναφερθεί, σε Σοφ., Ευρ.· αυτό που πρέπει να γίνει φανερό, τί πρός τι, σε Πλούτ.