ταζωολ. οπισθοβράγχια γαστερόποδα μαλάκια.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. thecosoma < theco (πρβλ. θηκο- < θήκη) + -soma (πρβλ. σώμα)].