κνιδόζωα

Revision as of 13:35, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

τα
ζωολ. σημαντικό φύλο υδρόβιων, κυρίως θαλάσσιων, ασπόνδυλων ζώων, που περιλαμβάνει γνωστές μορφές, όπως τις μέδουσες, τους υδροπολύποδες, τα κοράλλια, τις θαλάσσιες ανεμώνες κ.ά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cnidaria < cnid- (πρβλ. κνίδη «τσουκνίδα») + κατάλ. -aria (< λατ. -arius), που αποδίδεται ως -ζωα (< ζώο)].