Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
και κρομμυδότσουφλο, τοο φλοιός του κρεμμυδιού.[ΕΤΥΜΟΛ. < κρεμμύδι / κρομμύδι + -τσουφλο (< τσόφλι), πρβλ. αβγό-τσουφλο, καρυδό-τσουφλο].