μοσχοσφραγιστής
English (LSJ)
οῦ, ὁ, A one who picks out and seals calves for sacrifice, Chaerem. ap. Porph.Abst.4.7, PGnom.201 (ii A. D.), BGU250.9 (ii A. D.), etc.
German (Pape)
[Seite 210] ὁ, der die Kälber zum Opfer aussucht und die ausgewählten mit einem Siegel bezeichnet, Porphyr. de abst. 4, 7.
Greek (Liddell-Scott)
μοσχοσφρᾱγιστής: -οῦ, ὁ, ἐκλέγων καὶ σφραγίζων μόσχους πρὸς θυσίαν, Χαιρήμ. παρὰ Πορφυρ. π. Ἀποχ. Ἐμψύχ. 4. 7, πρβλ. Ἡρόδ. 2. 38.
Greek Monolingual
μοσχοσφραγιστής, ὁ (Α)
αυτός που επέλεγε και σφράγιζε τα μοσχάρια τα οποία προορίζονταν για θυσία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μόσχος (Ι) + σφραγιστής (< σφραγίζω), πρβλ. ιερομοσχο-σφραγιστής)].