ἀριστόμαντις

Revision as of 11:45, 15 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " l.c." to " l.c.")

English (LSJ)

εως, ὁ, A best of prophets, S.Ph.1338.

German (Pape)

[Seite 352] εως, ὁ, am besten wahrsagend, Soph. Phil. 1322.

Greek (Liddell-Scott)

ἀριστόμαντις: -εως, ὁ, ὁ ἄριστος τῶν μάντεων, Ἕλενος ἀριστόμαντις Σοφ. Φ. 1338 πλ. ἀριστομάντιδες ὡς θηλ. Ἐπιγρ. Κηφ. ἐν τῇ Συλλογ. Ἐπιγρ. 1929.

French (Bailly abrégé)

εως (ὁ) :
excellent devin.
Étymologie: ἄριστος, μάντις.

Spanish (DGE)

-εως, ὁ
• Prosodia: [ᾰ-]
• Morfología: [gen. -ιδος IG 9(1).645 (Cefalonia)]
el mejor profeta, Ἕλενος S.Ph.1338, tal vez n. pr. en IG l.c.

Greek Monolingual

ἀριστόμαντις, ο, η (Α)
ο άριστος μάντις, ο καλύτερος απ' όλους τους μάντεις.

Greek Monotonic

ἀριστόμαντις: -εως, ὁ, άριστος από τους μάντεις, σε Σοφ.

Russian (Dvoretsky)

ἀριστόμαντις: εως ὁ превосходный прорицатель Soph.

Middle Liddell

best of prophets, Soph.

English (Woodhouse)

sure prophet