Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
πριστικός
Revision as of 14:15, 23 August 2022 by Spiros(talk | contribs)(Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
ή, όν, of or for sawing, ξύλον Hero *Geom.4.10; τέχνη Eustr.in EN296.8.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον πρίστη ή στο πριόνισμα ή ο κατάλληλος για πριόνισμα. [ΕΤΥΜΟΛ.<πρίω (για το -σ- βλ.πρίω) + κατάλ. -τικός (πρβλ.καυσ-τικός)].