ηχείο

Revision as of 10:21, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "εῑον" to "εῖον")

Greek Monolingual

το (Α ήχεῖον)
το ξύλινο κοίλωμα που αποτελεί το κύριο σώμα τών έγχορδων οργάνων, το αντηχείο·