ἐπισκυθίζω

Revision as of 19:50, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

English (LSJ)

pour out drink in Scythian fashion, i.e.with unmixed wine, Hdt.6.84, Chamael. ap. Ath.10.427c.

German (Pape)

[Seite 980] nach scythischer Sitte ungemischten Wein nach der Mahlzeit zu trinken geben, Her. 6, 84; vgl. Ath. X, 427 b.

French (Bailly abrégé)

boire comme un Scythe, càd copieusement.
Étymologie: ἐπί, σκυθίζω.

Russian (Dvoretsky)

ἐπισκῠθίζω: наливать вино по-скифски (т. е. не разбавляя водой) Her.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπισκυθίζω: μέλλ. -ῐῶ, πίνω τὸν οἶνον κατὰ τὸν Σκυθικὸν τρόπον, δηλ. πίνω αὐτὸν ἄκρατον, ἀκρατοποτῶ, ζωρότερον πίνω, Ἡρόδ. 6. 84, πρβλ. Ἀθήν. 427Β κἑξ. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατ. σ. 45.

Greek Monolingual

ἐπισκυθίζω (Α) σκυθίζω
πίνω κρασί ανέρωτο, σαν να είμαι Σκύθης.

Greek Monotonic

ἐπισκῠθίζω: μέλ. -ιῶ, πίνω κρασί σύμφωνα με τον Σκυθικό τρόπο, δηλ. μη αναμεμειγμένο με νερό, σε Ηρόδ.

Middle Liddell

fut. ιῶ
to ply with drink in Scythian fashion, i. e. with unmixed wine, Hdt.