Ἀργολίζω

Revision as of 14:10, 9 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "btext=([a-zA-ZÀ-ÿ\s'-]+);<br" to "btext=$1;<br")

English (LSJ)

take the part of the Argives, X.HG4.8.34, Ephor. 137.

French (Bailly abrégé)

être du parti des Argiens;
Ἀργολίς.

Greek (Liddell-Scott)

Ἀργολίζω: μέλλ. Ἀττ. -ιῶ, λαμβάνω τὸ μέρος τῶν Ἀργείων, Ξεν. Ἑλλ. 4. 8, 34, Ἔφορ. παρὰ Στεφ. Βυζ. ἐν λέξει Ἄργος.

Greek Monotonic

Ἀργολίζω: αττ. μέλ. -ιῶ, παίρνω το μέρος των Αργείων, συντάσσομαι μαζί τους, σε Ξεν.

Middle Liddell

to take part with the Argives, Xen.

German (Pape)

es mit den Argivern halten, Xen. Hell. 4.8.34.