groenteboer
Dutch > Greek
[[καυλοπώλης, λαχανᾶς, λαχανεύς, λαχανευτής, λαχανοπράτης, λαχανοπώλης, λαχανοπωλήτρια, ὀπωροκάπηλος, ὀπωροπώλης, ὀπωρώνης, πωμαρίτης]]
[[καυλοπώλης, λαχανᾶς, λαχανεύς, λαχανευτής, λαχανοπράτης, λαχανοπώλης, λαχανοπωλήτρια, ὀπωροκάπηλος, ὀπωροπώλης, ὀπωρώνης, πωμαρίτης]]