πεντάφωνος

Revision as of 11:11, 10 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

German (Pape)

[Seite 557] fünfstimmig (?).

Greek Monolingual

-η, -ο
(για μουσική σύνθεση) αυτός που έχει γραφεί για πέντε φωνές ή αυτός που εκτελείται από πέντε φωνές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + -φωνος (< φωνή), πρβλ. τρίφωνος].