ροδίς

Revision as of 16:10, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
παστίλια κατασκευασμένη με συστατικά από ρόδα, από τριαντάφυλλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥόδον + κατάλ. -ίς, -ίδος (πρβλ. κληματίς)].