Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
σκύφον, Hsch.
Α(κατά τον Ησύχ.) «σκύφον».[ΕΤΥΜΟΛ. Κατά μία άποψη, πρόκειται για κωμική λ. που έχει σχηματιστεί από τον τ. σκύφος «ποτήρι», πιθ. κατ' επίδραση του ξίφος.