μετακέρασμα

Revision as of 11:20, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

English (LSJ)

-ατος, το, mixture of cold and hot water, Hp.Acut.65; μ. ψυχροῦ καὶ θερμοῦ Plu.2.951e.

German (Pape)

[Seite 147] τό, Mischung aus zweierlei Dingen, Plut. de prim. frig. 15, ψυχροῦ καὶ θερμοῦ.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
mélange de chaud et de froid, mélange tiède.
Étymologie: μετακεράννυμι.

Russian (Dvoretsky)

μετακέρασμα: ατος τό смесь (ψυχροῦ καὶ θερμοῦ Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

μετακέρασμα: τό, κρᾶμα ψυχροῦ καὶ θερμοῦ ὕδατος, τὸ οὕτω συγκεκερασμένον ὕδωρ, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 395· μ. ψυχροῦ καὶ θερμοῦ Πλούτ. 2. 951Ε.

Greek Monolingual

μετακέρασμα, τὸ (Α) μετακεράννυμι
μίγμα θερμού και ψυχρού νερού.