ές,
A = ἄστρεπτος 1.2, S.Fr.418; fixed, immovable, IG2.1054f20. II = ἄστρεπτος II, πύλαι Epic. ap. Aristid.Or.49(25).4.
[Seite 377] ές, = folgdm, Soph. frg. 367 bei Hesych., = σκληρός.