προμαχίζω

Revision as of 09:59, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_1)

English (LSJ)

   A fight before, τρωσί in front of the Trojans, as their champion, Il.3.16; π. τινός Nonn.D.27.265, etc.    2 fight as champion with another, Ἀχιλλῆϊ Il.20.376.

German (Pape)

[Seite 733] vorkämpfen, voran, in den vordersten Reihen der Krieger kämpfen; Τρωσί, vor den Troern, Il. 3, 16; aber Ἀχιλῆϊ = den Vorkampf mit dem Achill aufnehmen 20, 376.

Greek (Liddell-Scott)

προμᾰχίζω: (πρόμαχος), μάχομαι ἔμπροσθεν, Τρωσί, ἔμπροσθεν τῶν Τρώων ὡς πρόμαχος αὐτῶν, Ἰλ. Γ. 16· ἀλλ’ ὡσαύτως, μάχομαι μόνος κατά τινος, Ἕκτορ, μηκέτι πάμπαν Ἀχιλλῆι προμάχιζε, ἀλλὰ κατὰ πληθύν... δέδεξο Υ. 376· πρ. τινὸς Νόνν. Δ. 27. 265, κτλ.