[ῑ] οἶνος, ὁ, wine
A from the ἀναδενδράς, Plb.34.11.1:—fem. -ῖτις ἄμπελος Gp.5.51.1.
ἀναδενδρίτης: οἶνος [ῑ], ὁ, οἶνος ἐξ ἀμπέλου ἀναδενδράδος, Πολύβ. 34. 11. 1: - θηλ., ἀναδενδρῖτις ἄμπελος Γεωπ. 5. 61· ὡσαύτως ἀναδενδροκαρπία, ἡ, ὁ καρπὸς αὐτῆς, Νικήτ. Εὐγέν.