ατος, τό, (ἀπαντάω)
A meeting, E.Or.514. II chance, LXXEc.9.11.
[Seite 278] τό, Begegnung, Eur. Or. 508.
ἀπάντημα: -ατος, τό, (ἀπαντάω) συνάντημα, οὐδ’ εἰς ἀπάντημ’, ὅστις αἷμ’ ἔχων κυρεῖ Εὐρ. Ὀρ. 514.