δηλωτικός
English (LSJ)
ή, όν,
A indicative, τινός Hp.Acut.42, Arist.Phgn.808b30, D.H. Comp.16: abs., notificatory, PMonac.2.15 (vi A. D.). Adv. -κῶς Aen. Tact.14.2. 2 expressive, of dancing, Poll.4.96. 3 visible, PMag.Berol.1.259.
German (Pape)
[Seite 561] zum Erklären gehörig, geschickt erklärend, τινός, Hippocr.; Plut. Symp. 9, 15, 2.
Greek (Liddell-Scott)
δηλωτικός: -ή, -όν, δεικτικός, ἐπιτήδειος εἰς δήλωσιν, τινος Ἱππ. Ὀξ. 391, Ἀριστ. Φυσιογν. 4, 4.―Ἐπίρρ. –κῶς Αἰν. Τακτ. 14.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
propre à indiquer.
Étymologie: δηλόω.