A weep beside or with, τινι Luc.Nav.2.
[Seite 476] daneben oder dabei weinen, τινί, Luc. Navig. 2.
παραδακρύω: κλαίω πλησίον ἢ μετά τινος, τινὶ Λουκ. Πλοῖον ἢ Εὐχαὶ 2.
pleurer auprès de, τινι.Étymologie: παρά, δακρύω.