ές,
A lamentable, E.Hipp.1465.
[Seite 270] ές, betrauernswerth, Eur. Hipp. 1476.
ἀξιοπενθής: -ές, ἄξιος πένθους, θρήνων, Εὐρ. Ἱππ. 1465: - Ὡσαύτως, ἀξιοπένθητος, ον, Κ. Μανασσ. Χρον. 155, 3983.
ής, ές :déplorable.Étymologie: ἄξιος, πένθος.