ἀξιοπενθής

From LSJ

οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀξιοπενθής Medium diacritics: ἀξιοπενθής Low diacritics: αξιοπενθής Capitals: ΑΞΙΟΠΕΝΘΗΣ
Transliteration A: axiopenthḗs Transliteration B: axiopenthēs Transliteration C: aksiopenthis Beta Code: a)ciopenqh/s

English (LSJ)

ἀξιοπενθές, lamentable, E.Hipp.1465.

Spanish (DGE)

-ές que causa dolor φῆμαι E.Hipp.1465.

German (Pape)

[Seite 270] ές, betrauernswert, Eur. Hipp. 1476.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
déplorable.
Étymologie: ἄξιος, πένθος.

Russian (Dvoretsky)

ἀξιοπενθής: печальный, прискорбный (φῆμαι τῶν μεγάλων Eur.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀξιοπενθής: -ές, ἄξιος πένθους, θρήνων, Εὐρ. Ἱππ. 1465: - Ὡσαύτως, ἀξιοπένθητος, ον, Κ. Μανασσ. Χρον. 155, 3983.

Greek Monolingual

ἀξιοπενθής (-οῦς), -ές (Α)
1. ο άξιος πένθους
2. ο αξιοθρήνητος.

Greek Monotonic

ἀξιοπενθής: -ές (πένθος), άξιος πένθους, θρήνου, σε Ευρ.

Middle Liddell

πένθος
lamentable, Eur.