[Seite 560] kund machen, Plut. Pericl. 33 u. a. Sp.
δηλοποιέω: δῆλον ποιῶ, κάμνω φανερόν, σαφές τι, Πλούτ. Περικλ. 33.
-ῶ :faire connaître.Étymologie: δῆλος, ποιέω.