δῆλος

From LSJ

καὶ νῦν περὶ ἀρετῆς ὃ ἔστιν ἐγὼ μὲν οὐκ οἶδα, σὺ μέντοι ἴσως πρότερον μὲν ᾔδησθα πρὶν ἐμοῦ ἅψασθαι, νῦν μέντοι ὅμοιος εἶ οὐκ εἰδότι → so now I do not know what virtue is; perhaps you knew before you contacted me, but now you are certainly like one who does not know

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δῆλος Medium diacritics: δῆλος Low diacritics: δήλος Capitals: ΔΗΛΟΣ
Transliteration A: dē̂los Transliteration B: dēlos Transliteration C: dilos Beta Code: dh=los

English (LSJ)

(also Dor., Archyt.1, Theoc.11.79, etc., and Aeol., cf. πρόδηλος), η, ον, also ος, ον E.Med.1197: Ep. δέελος:
I prop. visible, conspicuous, δέελον δ' ἐπὶ σῆμά τ' ἔθηκε Il.10.466, but:
II commonly, clear to the mind, manifest, νῦν δ' ἤδη τόδε δ. Od.20.333, etc.
2 δῆλος εἰμι is freq. used c. part., δ. ἐστιν ἀλγεινῶς φέρων i.e. it is clear that he takes it ill, S.Ph.1011, cf. OT673,1008, etc.; οἳ ἂν δ. ὦσι μὴ ἐπιτρέψοντες who are clearly not going to permit, Th. 1.71; with ὡς, δ. ἐστιν ὥς τι δρασείων κακόν S.Aj.326; δ. ἔσεσθε ὡς ὀργιζόμενοι Lys.12.90, cf. X.An.1.5.9; δ. ὁρᾶσθαι… ὤν being as was plainly to be seen, E.Or.350: with ὅτι and a Verb, δ. ἐστιν ὅτι… ἀκήκοεν Ar.Pl.333; δ. ἡ οἰκοδομία ὅτι κατὰ σπουδὴν ἐγένετο Th.1.9†; δ. ἔσται ὅτι… Lys.12.50: sometimes the part. or relat. clause must be supplied, καταγελᾷς μου, δ. εἶ (sc. καταγελῶν) Ar.Av.1407, cf. Id.Lys. 919; δῆλοι δέ (sc. οὐ μένοντες) Th.5.10.
3 δῆλον ποιεῖν show plainly, τινὶ ὅτι… Id.6.34, etc.: c. part., δῆλον ἐποιήσατε… μηδίσαντες Id.3.64.
4 δῆλον (sc. ἐστί) it is manifest, αὐτὸς πρὸς αὑτοῦ· δῆλον S.Aj.906; ἀλγεινά, Πρόκνη, δῆλον Id.Fr.585; ἐκ πίθω ἀντλεῖς, δῆλον Theoc.10.13; δῆλον δέ, to introduce a proof, followed by γάρ, Th.1.11, Arist.Col.799a5, etc.; δῆλον γάρ S.Fr.63; δῆλον ὅτι Th.3.38, etc.; τὰ Κύρου δῆλον ὅτι οὕτως ἔχει X.An.1.3.9, cf. Cyr.2.4.24, etc., v. δηλονότι: in plural, δῆλα δή, δ. δ. καὶ ταῦτα Pl.Cri.48b; ἢ δ. δ. ὅτι…; Id.Prt.309a, etc.: hence as adverb, usually written δηλαδή (q.v.).
5 Adv. δήλως is rejected by Att., Poll.6.207.
III δῆλοι, οἱ, Urim, LXX 1 Ki.28.6,al. (Cf. δέατο.)

Spanish (DGE)

-η, -ον
• Alolema(s): δέελος Il.10.466, hiperdor. δᾶλος Ps.Archyt.Pyth.Hell.10.3
• Morfología: [tb. -ος, -ον E.Med.1197, Hp.Mul.2.113, Decent.4]
I concr.
1 ref. a la percepción visual bien visible, conspicuo, que destaca o salta a la vista σῆμα Il.l.c., ἐν σκότει διαλάμπει καὶ πόρρωθεν δ. ἐστιν (el topacio), D.S.3.39
prov. δῆλα γὰρ τοῖς μὴ τυφλοῖς ταῦτα = pues esto salta a la vista para los que no estén ciegos Luc.Salt.29, cf. Macar.3.29
visible, que se puede ver o contemplar θνητῶν, ὅσσα γε δῆλα γεγάκασιν Emp.B 23.10, ὁ τάφος Hdt.4.11, (τοὐπίγραμμα) ἔτι καὶ νῦν δῆλόν ἐστιν ἀμυδροῖς γράμμασιν λέγον τάδε· Th.6.54, μή τισι δῆλοι γένωνται I.AI 10.94
apreciable, que se puede distinguir, reconocible οὔτ' ὀμμάτων γὰρ δ. ἦν κατάστασις = no se distinguía la expresión de sus ojos E.l.c., ἡ νοῦσος Hp.l.c., τὰ ἴχνη X.Cyn.8.1, οὔτ' ἔχει (ὁ ἀσπάλαξ) εἰς τὸ φανερὸν δήλους ὀφθαλμούς Arist.HA 491b30, ἐφάνη τὸ ἔμβρυον ... πάντα τὰ μέλη ἔχον δῆλα Ar.Byz.Epit.1.79, ἵνα δ. εἴη τῷ ἐπιγράμματι = para hacerse reconocible mediante la divisa (dibujada en el escudo), Alcid.2.9.
2 ref. a la percepción sensorial gener. perceptible, que se manifiesta a los sentidos ἀλλ' ἄγ' ἄθρει πάσῃ παλάμῃ, πῇ δῆλον ἕκαστον = ¡ea pues! atiende con cada maña (e.e. con cada sentido) de qué modo es manifiesta cada cosa Emp.B 3.9, μὴ δῆλα εἶναι ... πρὸς τὴν αἴσθησιν Arist.Mech.849b27.
II ref. a la percepción intelectual
1 claro, evidente, manifiesto νῦν δ' ἤδη τόδε δ. Od.20.333, δῆλ' ἀγνοήσειν B.Fr.16, δῆλα δὲ τἄργα Ar.Th.804, δ. δὲ τῷδε τοῦτο Hp.Morb.1.25, δῆλα καὶ ἀμφιφανῆ καὶ ἄκρυπτα δεδράκαμεν πόσιν E.Andr.834, ἐπὶ μὲν οὖν τῆς κωμῳδίας ἤδη τοῦτο δ. γέγονεν Arist.Po.1451b12, δ. οὖνἐκλογισμός ἐστι ... ὅτι = así pues la conclusión evidente es que Hp.Nat.Puer.12, σήμερον ἐσθλὰ πάθω, τὸ γὰρ αὔριον οὐδενὶ δῆλον AP 5.72 (Pall.), τὰ μὲν ἐμὰ δῆλά σοι ... πάντα Charito 2.5.4, ἵνα δὲ δ. ᾖ τὸ λεγόμενον Aristid.Quint.17.22, δ. δὲ ἡ ἀπόδειξις Vett.Val.359.19
manifiesto, de dominio público, conocido δῆλα ἔσται τὰ τῶν κατασταθέντων εἰς τὰς πραγματείας ὀνόματα POxy.3025.9 (II d.C.), ὅπως ἂν ὁ τῆς πόλεως τρόπος δ. ᾖ καὶ τοῖς νῦν καὶ τοῖς ὕστερον ἐσομένοις IEphesos 21.1.37 (II d.C.), πρὸς τὸ πᾶσι δῆλα εἶναι τὰ ... δίκαια = para que todos conozcan mis derechos, POxy.1264.17 (III d.C.), τὰ δὲ ὑπ' ἐμοῦ προστεταγμένα ... δῆλα γενέσθω τοῖς συντελοῦσιν PBeatty Panop.2.98 (III d.C.)
en uso predic. c. ποιεῖν: ἡ λαλιά σου δῆλόν σε ποιεῖ = tu modo de hablar te delata e.e. te pone en evidencia, Eu.Matt.26.73, τὰς ἀφορμὰς δήλους ἐποίησε Hp.Decent.4, τὸ τῆς προφητείας αὐτοῦ ἀκριβὲς ... ἐποίησε δῆλον = explicó con toda claridad la exactitud de su profecía I.AI 10.269.
2 δ. εἰμι mostrar, dar muestras
a) c. part. pred. καλῶς εἶ δ. οὐκ εἰδώς τί δρᾶς = bien se ve que no sabes lo que haces S.OT 1008, δ. ... ἐστιν ἀλγεινῶς φέρων = da muestras de su aflicción S.Ph.1011, δῆλοι ἦσαν ἐπιβουλεύοντες ἡμῖν Th.1.140, δ. εἶ ... καταφρονῶν μου = no ocultas tu desprecio por mí Pl.Tht.189c, δι' ἀγνωσίην ... δῆλοί εἰσιν ἀπολέσαντες τὴν ναῦν Hp.VM 9, δ. ἐστιν ... μηθὲν ὑπὲρ αὐτοῦ γινώσκων Phld.Piet.p.117S., δ. ἦν ἅπασιν ὀδυνώμενος = su dolor era evidente para todos I.BI 1.559, cf. X.Eph.1.5.4, δ. ἦν οὐδὲν φαῦλον ... ἐπινοῶν D.Chr.2.7, Φοιβίδᾳ ... δ. ἦν ... προθύμως βοηθῶν = resultaba evidente que ponía todo su afán en ayudar a Fébidas Plu.Comp.Ages.Pomp.1, δ. ἦν πράξων τι γενναῖον Charito 6.9.2, δ. γοῦν ἐστιν οὐδὲ ἀντάρασθαι τῷ Δάμιδι δυνησόμενος Luc.ITr.34
c. part. sobreentendido καταγελᾷς μου, δ. εἶ (καταγελῶν) Ar.Au.1407, ἥ τοι γυνὴ φιλεῖ με, δήλη' στιν καλῶς (φιλοῦσα με) Ar.Lys.919, δ. ὢν ἀπὸ τῆς χρόας (ἐρῶν) = evidenciando por su color (estar enamorado) Luc.Tim.17, sin verb. cop. δῆλοι δὲ τῶν ... δοράτων τῇ κινήσει (οὐ μένοντες) Th.5.10, cf. Pl.Plt.265d
c. part. precedido de ὡς: δ. ἐστιν ὥς τι δρασείων κακόν = está claro que piensa cometer algún mal S.Ai.326, δῆλοι ἔσεσθε ὡς ὀργιζόμενοι τοῖς πεπραγμένοις Lys.12.90, δ. ἦν Κῦρος ὡς σπεύδων πᾶσαν τὴν ὁδόν X.An.1.5.9;
b) c. inf. δ. ἦν κατὰ πάντων χρήσεσθαι τῷ νόμῳ I.BI 5.126
tb. sin verb. cop. δ. ὁρᾶσθαι τῶν Τανταλιδῶν ἐξ αἵματος ὤν = es fácil ver que es de la sangre de los tantálidas E.Or.350;
c) c. ὅτι y or. complet. τούτῳ εἰσὶ δῆλοι ὅτι εἰσὶ ξεῖνοι Hdt.2.61, δ. ἡ οἰκοδομία ἔτι καὶ νῦν ἐστιν ὅτι κατὰ σπουδὴν ἐγένετο = la construcción todavía hoy se advierte con claridad que fue realizada con prisa Th.1.93, δ. ... ἐστιν ὅτι τοῦ πράγματος ἀκήκοέν τι Ar.Pl.333, δ. ἐσθ' ὅτι χρημάτων ἅπαντ' εἶπεν ἐκεῖνα D.19.111, δῆλοι ἦσαν ὅτι ἐπικείσονται ἐν τῇ ἐξόδῳ X.An.5.2.26, δ. ἔσται ὅτι ἐκεῖνα ... αὐτῷ ἤρεσκε Lys.12.50, δ. ἐστιν ὅτι ἀληθῆ λέγει D.Chr.11.86, δῆλα δὲ ταῦτα ὅτι ὧδε ἔχει ἐπὶ τῶνδε τῶν σημείων Hp.VM 18;
d) c. or. interr. indir. ἃ ... οὔτ' ἂν αὐτῷ τῷ λέγοντι οὔτε τοῖσιν ἀκούουσι δῆλα ἂν εἴη, εἴτε ἀληθέα ἐστὶν εἴτε μή Hp.VM 1, τὸ αἰδοῖον δῆλον γίνεται ὁκότερόν ἐστι = se aprecia cuál es el sexo (del feto), Hp.Nat.Puer.17.
3 neutr. δῆλον o δῆλον ἐστί
a) abs. es evidente, es obvio frec. para introducir una demostración δῆλον δέ Democr.B 278, Hdt.2.116, Th.1.11, Arist.Col.799a5, δῆλον γάρ = pues es claro S.Fr.63, ἔστιν γὰρ ἄξιος ἐπιμελείας, ὡς καί σοι αὐτῷ δῆλον ἔσται = es una persona digna de consideración, como también a tí mismo te resultará evidente, PLond.2026.16 (III a.C.)
frec. en usos adv. o semiadv. evidentemente, obviamente, está claro αὐτὸς πρὸς αὑτοῦ· δῆλον S.Ai.906, cf. Hp.Off.4, ἀλγεινά, Πρόκνη, δῆλον S.Fr.585, prov. ἐκ πίθω ἀντλεῖς, δ. = bien se ve que nadas en la abundancia Theoc.10.13, δῆλον ... παίξεσθ' ἄφρονες ἀστραγάλοις AP 12.46 (Asclep.);
b) c. ὅτι, ὡς y or. complet. es evidente que, es claro que καίτοι δ. ἔσται, ὅτι ... Democr.B 8, cf. D.S.1.75, I.Ap.1.103, Plu.2.38c, 738f, Charito 1.1.9, τῷδε δῆλόν ἐστι, ὅτι ἐντεῦθεν ῥεῖ Hp.Loc.Hom.13, τῷ πεμπομένῳ δῆλον γίγνεσθαι ... ὅτι Aen.Tact.31.31, τοῦτο γε παντὶ δῆλόν ἐστιν ὡς Phld.Piet.p.124S., ὅτι δὲ ἠπίστατο γράμματα ἡ γυνὴ δῆλόν σοι ἐγένετο POxy.2111.8 (II d.C.)
sin verb. cop. δῆλον ὅτι = es evidente que, es claro que, δῆλον ὅτι τὸ προσγενόμενον οὐδὲν ἦν Zeno Eleat.B 2, cf. Archyt.B 1, D.46.12, Theoc.11.79, Ep.Gal.3.11, 1Ep.Cor.15.27, Ps.Archyt.l.c., Vett.Val.144.28, ἐμοὶ δῆλον ὅτι = para mí está claro que Plb.11.28.3, ἀλλὰ δῆλον ὅτι = pero es evidente que Isoc.10.10, δῆλον οὖν ὅτι = por consiguiente, es evidente que Aen.Tact.4.12, Is.3.10, ἐλθοῦσα μέντοι δῆλον ὡς ἀπόλλυται = bien, si viene es evidente que está perdida E.El.660, εἰ δ' ὑπερβαλλόντως κοῦφα δῆλον ὡς καὶ ὑπερβαλλόντως ταχεῖα = y si son extremadamente ligeros, es claro que también son extremadamente veloces Epicur.Fr.[24.37] 3, cf. Longin.43.6, Luc.Tim.27, Plu.2.110a;
c) δῆλον ὅτι, δῆλον ὡς frec. en uso adv. o semiadv. evidentemente, claramente, desde luego ἤρεσκεν ἡ πόλις τε καὶ ἡμεῖς οἱ νόμοι δ. ὅτι Pl.Cri.53a, cf. Grg.487d, Plb.9.39.3, LXX 4Ma.2.7, 1Ep.Cor.15.27, I.Ap.2.268, ἡλίσκοντο μὲν δῆλον ὅτι οἱ βραδυτάτους ἔχοντες ἵππους = fueron capturados evidentemente los que tenían los caballos más lentos X.Cyr.5.4.6, οὐδὲ φύσει χρηστὸς ὢν ἄνθρωπος δῆλον ὅτι D.32.26, cf. 44.54, δῆλον ὅτι ἡ σὰρξ διεκόπη καὶ ἕλκος ἐγένετο Hp.Morb.4.50, τὰ μὲν δὴ Κύρου δῆλον ὅτι οὕτως ἔχει πρὸς ἡμᾶς X.An.1.3.9
en respuestas οὔκουν ... τὸ ἀδικεῖν κάκιον ἂν εἴη τοῦ ἀδικεῖσθαι; -δῆλον ὅτι = ¿acaso cometer injusticia no sería un mal mayor que sufrirla? -Sí, evidentemente Pl.Grg.475c, Α.- καὶ κάπνην ἔχει; Β.- δῆλον ὅτι Alex.177.14, δῆλον ὅτι, ἔφη, μαλακόν τε καὶ δειλόν = evidentemente, dijo, (lo llamaría) débil y cobarde X.Mem.3.7.1
en uso epexegético es decir, a saber ὅπως ἂν φαίνηται ὡς κάλλιστος καὶ ἄριστος (Ἔρως), δῆλον ὅτι τοῖς μὴ γιγνώσκουσιν -οὐ γὰρ δήπου τοῖς γε εἰδόσιν- Pl.Smp.199a, v. tb. δηλονότι
δῆλον ὡς = obviamente, evidentemente Arist.Top.103a38;
d) en gen. abs., c. inf. καίπερ ἤδη μοι δήλου μὴ παρακόπτειν ἐνέοντος Hp.Ep.17.3.
4 δῆλον ποιεῖν = hacer evidente, mostrar claramente c. diversas constr.: c. ὅτι o ὡς y or. complet. δῆλον ποιῆσαι αὐτοῖς ὅτι = darles a entender con toda claridad que Th.6.34, δῆλόν σοι ποιήσωμεν ὡς PLaur.1.21 (II d.C.)
c. part. δῆλον ἐποίησαν ὑπεραχθεσθέντες τῇ Μιλήτου ἁλώσι = pusieron de relieve el gran pesar que sentían por la toma de Mileto Hdt.6.21, δῆλόν τε ἐποιήσατε ... μόνοι οὐ μηδίσαντες Th.3.64.
5 δῆλα c. verb. cop. y or. complet. c. ὡς es evidente ὡς μὲν ἐγὼ ... οὐ μαίνομαι ... δῆλά τοι γέγονε = ya tienes constancia de que yo no estoy loco Hdt.3.35
en uso adv. δῆλα δή = desde luego, sin duda, naturalmente, en respuestas, Pl.Cri.48b
frec. reflejando suposición c. sent. irón. πόθεν, ὦ Σώκρατες, φαίνῃ; ἢ δῆλα δὴ ὅτι ἀπὸ κυνηγεσίου ... = Sócrates, ¿de dónde sales?; seguro que de la caza Pl.Prt.309a, τί μάλιστα σὺ πρὸς βουλευτήριον; ἢ δῆλα δὴ ὅτι ... Pl.Mx.234a, cf. R.452a
c. or. causal δῆλα γὰρ δὴ ὅτι θάλπεται ... ἀσμένως = obviamente porque le gusta estar caliente Ael.NA 13.13; v. tb. δηλαδή.
III adv. δήλως = claramente, δήλως καὶ ἐμπροθέσμως = clara y puntualmente, POxy.474.20 (II d.C.), ὁ πατρῷός μου θεὸς ... δήλως μοι φαινόμενος Princeton Exp.Inscr.242, op. ἐπικεκρυμμένως Chrys.M.58.727, cf. Poll.6.207, Hsch., Simp.in de An.91.7.
• Etimología: De *δέαλος < *dei̯°H1- (cf. δίαλος), que se encuentra en δέαμαι q.u.
-ου, ὁ
1 Revelación componente de carácter mántico del pectoral del sumo sacerdote judío, en plu., trad. de hebr. urim LXX 1Re.28.6, Nu.27.21
ocasionalmente tb. trad. de hebr. tummim LXX 1Re.14.41 (v. ἀλήθεια III 1), Epiph.Const.Vit.Prophet.p.7
interpr. como piedras adivinatorias Cyr.Al.Ep.Fest.4.6.29, An.Bachm.1.192.
2 oráculo, revelación (prob. por mala interpr. de 1) δότε ἡμῖν δήλους· τί ἄρα ἀποβήσεται ἡμῖν; Pers.p.8.18
visión profética, Hsch., Sud.; v. tb. δήλωσις III 1.

German (Pape)

[Seite 560] bei Eur. Mad. 11972 Endungen, einleuchtend, offenbar; Wurzel διF, verwandt δέατο, δοάσσατο, Ζεὺς Διός, δῖος, ἔνδιος, εὐδία, δάελος, δίαλος, δέελος, aus welchem letzteren δῆλος wohl durch Contraction entstanden; Latein. dies, sub divo, deus, divus; Sanskrit. divjami glänzen, div das Leuchten, der Himmel, divjas himmlisch, divam der Tag, dêvas der Gott; Litthauisch devas der Gott; Altnord. tîvar Götter; Althochdeutsch Zio; vgl. Curtius Grundz. der Griech. Etymol. 1, 201. 2, 163. Bei Homer δῆλος einmal, Odyss. 20, 333 νῦν δ' ἤδη τόδε δῆλον, ὅτ' οὐκέτι νόστιμός ἐστιν. Die uncontrahirte Form δέελος einmal, Iliad. 10, 466, das Compositum ἔκδηλος einmal, Iliad. 5, 2; außerdem vgl. ἀρίδηλος, ἀρίζηλος, εὐδείελος. – Folgende: Batrachom. 25 τίπτε γένος τοὐμὸν ζητεῖς, φίλε; δῆλον ἅπασιν ἀνθρώποις τε θεοῖς τε καὶ οὐρανίοις πετεηνοῖς; δῆλον (sc. ἐστίἱ, ὅτι od. ὡς, Her. 1, 117 u. Folgde; δῆλον ἐμοί, ὡς Soph. Phil. 162; δῆλον τοῦτο καὶ παιδί, ὅτι Plat. Conv. 204 a. Gew. wird es im Attischen auf das Subject des abhängigen Satzes bezogen u. das Verbum im partic. hinzugesetzt; theils mit ὡς, δῆλός ἐστιν ὥς τι δρασείων κακόν Soph. Ai. 319, es ist offenbar, daß er thun will; vgl. Xen. An. 1, 5, 9; theils ohne ὡς, δῆλός ἐστιν ἀλγεινῶς φέρων Soph. Phil. 999; δῆλος εἶ καταφρονῶν μου Plat. Theaet. 189 c, u. öfter; vgl. z. B. Thuc. 1, 71. 93; auch δῆλος ὤν, ὅτι ἀμυνεῖται Plat. Conv. 221 b; δῆἱοι ἦσαν, ὅτι ἐπικείσονται Xen. An. 5, 2, 26; vgl. Cyr. 1, 4, 2; Ar. Plut. 333; anch c. inf., δῆλοι ὁρᾶσθαι Eur. Or. 544. – Wodurch etwas klar ist od. wird, das wird durch den dat. ausgedrückt; ᾡ καὶ δῆλον, Xen. öfter; ἔκ τινος, Mem. 1, 2, 16; ἀπὸ τούτων, Dem. 34, 11; πανταχόθεν, ibd. 10. – Δῆλον ποιεῖν, = δηλοῦν, Histor., was auch mit dem partic. verbunden wird, δῆλον ἐποιήσατε μόνοι οὐ μηδίσαντες, ihr habt gezeigt, daß ihr, Thuc. 3, 64. Bei Plat. Crit. 44 d, αὐτὰ δὲ δῆλα τὰ παρόντα, ὅτι οἷοί τ' εἰσὶν οἱ πολλοί, ist es fälschlich activ. genommen; es steht so auch absol., δῆλον δέ, das geht aber aus folgendem hervor, z. B. Thuc. 1, 11, wo ein Satz mit γάρ folgt. – Bei den LXX. sind οἱ δῆλοι Erscheinungen, wie Suid. erkl.: ὁράσεις, ἐνύπνια. – Das adv. δήλως verwirft Poll. 6, 207.

French (Bailly abrégé)

η, poét. ος, ον :
1 visible ; qui est sous nos yeux, devant nous;
2 fig. clair, manifeste, évident : δῆλον (ἐστί) ὅτι ou ὡς, il est évident que ; δῆλός ἐστιν ἀλγεινῶς φέρων SOPH il est visible qu'il supporte avec peine ; δῆλοι ἦσαν ὅτι ἐπικλείσονται XÉN il était évident qu'ils allaient se jeter sur ; δῆλον ἐποιήσατε οὐ μηδίσαντες THC vous avez montré clairement que vous ne vous êtes pas ralliés au parti des Mèdes ; abs. αὐτὸς πρὸς αὐτοῦ, δῆλον SOPH lui-même par lui-même, càd lui tout seul, cela est évident ; δῆλον δέ, et en voici la preuve, et en effet.
Étymologie: R. ΔιϜ, briller.

English (Autenrieth)

clear, evident; δῆλον, Od. 20.333†.

English (Strong)

of uncertain derivation; clear: + bewray, certain, evident, manifest.

English (Thayer)

δηλη, δῆλον (from Homer down), clear, evident, manifest: δῆλον namely, ἐστιν it is manifest, evident, followed by ὅτι (Xenophon, an. 1,3, 9; others): δηλονότι, manifestly, cf. Winer's Grammar, § 64,2a.); L T Tr WH omit δῆλον). [ SYNONYMS: δῆλος, φανερός: δῆλος, evident, what is known and understood, φανερός, manifest, as opposed to what is concealed or invisible; δῆλος points rather to inner perception, φανερός to outward appearance. Cf. Schmidt, chapter 129.]

Greek Monolingual

-η, -ον (AM δῆλος, -η, -ον
Α και δῆλος, -ον και δέελος, -ον)
1. φανερός στα μάτια, ορατός
2. φανερός στον νου, σαφής, κατανοητός
αρχ.
1. είμαι φανερός ή είναι φανερό ότι («δῆλος δὲ καὶ νῦν ἐστιν ἀλγεινῶς φέρων» — φαίνεται ότι υποφέρει, Σοφ.)
2. φρ. α) «δῆλον ποιῶ» — δείχνω καθαρά, κάνω σαφώς γνωστό
β) (το ουδ.) δῆλον (ενν. ἐστι)
είναι προφανές, φανερό, δηλαδή
γ) «δῆλον ὅτι» — είναι φανερό ότι
δ) «δῆλα δή» — είναι φανερά, δεν δέχονται αμφισβήτηση
4. (το αρσ. στον πληθ.) δήλοι, οι
(Urim) ψήφοι ή αγαλμάτια ή γράμματα από πολύτιμους λίθους, με τα οποία οι Εβραίοι μάντευαν («καὶ ἐπηρώτησε Σαοὺλ διὰ κυρίου, καὶ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῷ Κύριος ἐν τοῖς ἐνυπνίοις καὶ ἐν τοῖς δήλοις καὶ ἐν τοῖς προφήταις», ΠΔ).
[ΕΤΥΜΟΛ. Με βάση τις γλώσσες του Ησυχίου «δίαλον
φανερόν» και «διάλας
τας δήλας και φανεράς» (όπου δια- διαλεκτική μορφή του δεα-) υποστηρίχθηκε ότι δήλος < δέαλος, ρηματικό επίθετο του δέατο «φαινόταν», πρτ. του άχρηστου ενεστ. δέαμαι (< dey-2- «λάμπω»). Ο τ. δέελος σχηματίστηκε με επίθημα -ελο (πρβλ. ίκελος).
ΣΥΝΘ. (Β' συνθετικό) άδηλος, αυτόδηλος, διάδηλος, έκδηλος, ένδηλος, κατάδηλος, πασίδηλος, πρόδηλος
αρχ.
ανάδηλος, αΐδηλος, ανεπίδηλος, αρίδηλος. επίδηλος, ερίδηλος, περίδηλος, αμφίδηλος, σύνδηλος, ασύνδηλος, μεγαλόδηλος, υπόδηλος, εύδηλος
νεοελλ.
πάνδηλος.

Greek Monotonic

δῆλος: -η, -ον και -ος, -ον, Επικ. δέελος·
I. κυρίως, ορατός, ευκρινής, εμφανής, φανερός, σε Ομήρ. Ιλ.·
II. διαυγής νοητικά, σαφής, πασιφανής, εμφανής, πασίδηλος, κατάδηλος, σε Ομήρ. Οδ.· δῆλός εἰμι, με μτχ.· δῆλός ἐστιν ἀλγεινῶς φέρων, δηλ. είναι φανερό, ότι δυσαρεστήθηκε, σε Σοφ.· δῆλοίεἰσι μὴ επιτρέψοντες, είναι σαφές ότι δεν θα επιτρέψουν, σε Θουκ.· επίσης, με αιτ. στην ιδιωματική φράση, δῆλόν (ἐστιν) ὅτι..., βλ. δηλονότι.
III. το δῆλον μόνο του, χρησιμ. όπως το δηλαδή· αὐτὸς πρὸς αὐτοῦ· δῆλον..., μόνος του, είναι φανερό, σε Σοφ.· επίσης, δῆλονδέ, εισάγει απόδειξη, σε Θουκ. (αμφίβ. προέλ.).

Russian (Dvoretsky)

δῆλος: эп. δέελος 3, редко
1 видимый, заметный (σῆμα Hom.; ἴχνη Xen.);
2 ясный, явный, очевидный: δῆλον ποιεῖν Thuc., Arst. делать очевидным, доказывать; δ. ἐστιν ἀλγεινῶς φέρων Soph. ясно, что ему больно; δ. ὁρᾶσθαι τῶν Τανταλιδῶν ἐξ αἵματος ὤν Eur. ясно видно, что он из рода Танталидов; δ. ἦν πᾶσιν ὅτι … Xen. для всех было очевидно, что он ….

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δῆλος -η -ον [~ δέατος] ep. ook δέελος; f. ook - ος duidelijk (zichtbaar):. δέελον δ’ ἐπὶ σῆμα τ’ ἔθηκε hij zette er een duidelijk zichtbaar teken op Il. 10.466. overdr. evident, duidelijk:; νῦν δ’ ἤδη τόδε δῆλον nu is dit eindelijk duidelijk Od. 20.333; δῆλον ποιεῖν ὅτι duidelijk aantonen dat Thuc. 3.64.1; in pers. constr. met ptc..; δῆλος... ἐστιν ἀλγεινῶς φέρων het is duidelijk dat hij dit pijnlijk vindt Soph. Ph. 1011; met ὡς:; δῆλος ἦν Κῦρος ὡς σπεύδων het was duidelijk dat Cyrus haast had Xen. An. 1.5.9; onpers. δῆλον het is duidelijk:; τὰ μὲν δὴ Κύρου δῆλον ὅτι οὕτως ἔχει het is duidelijk dat de positie van Cyrus zo is Xen. An. 1.3.9; δῆλον δέ·... γάρ om bewijs of argument in te leiden;: δῆλον δέ· τὸ γὰρ ἔρυμα... οὐκ ἂν ἐτειχίσαντο dat blijkt: want anders hadden zij geen versterking gebouwd Thuc. 1.11.1; als interjectie: δῆλα δή (δηλαδή) natuurlijk; δῆλον ὅτι (δηλονότι) natuurlijk.

Frisk Etymological English

Grammatical information: adj.
Meaning: clear (Od.: ἔκδηλος Ε 2)
Other forms: beside δέελος visible (Κ 466).
Derivatives: Denomin. δηλόω make clear (Ion.-Att.) with δήλωσις, δήλωμα (Att. etc.), δηλωτικός (Hp.). - Often with prefix: ἀρί-δηλος (with, through inverted writing [cf. ζα- = δα-], ἀρί-ζηλος), ἔκ-, ἔν-, ἐπί-, κατά-δηλος etc. with ἐκδηλόω etc. See Strömberg Greek Prefix Studies (Index s. vv.). δεϜαλῶσαι (BCH 1988, 283f., Mantinea IVa) with hypercorrect F (RPh 71, 1997, 156).
Origin: IE [Indo-European] [183]? *deih₂- shine
Etymology: The glosses δίαλον φανερόν and διάλας τὰς δήλας καὶ φανεράς H., dialectical for δεα-, show that δῆλος continues *δέαλος < *dei̯h₂lo-, cognate with δέατο < *dei̯h₂-to (s. v.). This fits also for ἔκδηλος in Ε 2 (Bechtel Lex. 98). (Diff. Schulze Q. 244 A. 2, Chantr. Form. 242.) - On δέελος s.v. On εὑδείελος (s. v.).

Middle Liddell

[deriv. uncertain]
I. properly, visible, conspicuous, Il.
II. clear to the mind, manifest, evident, Od.: —δῆλός εἰμι with partic., δῆλός ἐστιν ἀλγεινῶς φέρων i. e. it is clear that he takes it ill, Soph.; δῆλοί εἰσι μὴ ἐπιτρέψοντες it is clear that they will not permit, Thuc.; also, acc. to our idiom, δῆλόν [ἐστιν] ὅτι…, v. δηλονότι.
3. δῆλον itself is used like δηλαδή, as αὐτὸς πρὸς αὑτοῦ: δῆλον, all by himself, 'tis manifest, Soph.:—also, δῆλον δέ to introduce a proof, Thuc.

Frisk Etymology German

δῆλος: {dē̃los}
Forms: daneben δέελος sichtbar (Κ 466).
Meaning: offenbar, deutlich (seit Od.: ἔκδηλος Ε 2),
Derivative: Denominatives Verb δηλόω offenbaren, klar machen, kundtun (ion. att.) mit δήλωσις, δήλωμα (att. usw.), δηλωτικός (Hp., Arist. usw.). — Oft mit Präfix: ἀρίδηλος (woneben, wahrscheinlich durch invertierte Schreibung [vgl. ζα- = δα-], ἀρίζηλος), ἔκ-, ἔν-, ἐπί-, κατάδηλος usw. mit ἐκδηλόω usw.; zur Bildung und Bedeutung Strömberg Greek Prefix Studies (s. Index s. vv.).
Etymology: Aus δίαλον· φανερόν und διάλας· τὰς δήλας καὶ φανεράς H., die als dialektisch für δεα- stehen können, erhellt, daß für δῆλος eine Grundform *δέαλος anzusetzen ist, die als Verbaladjektiv zu δέατο (s. d.) unmittelbar verständlich ist. Sie läßt sich auch für ἔκδηλος in Ε 2 einsetzen (Bechtel Lex. 98). Anders Schulze Q. 244 A. 2, Chantraine Formation 242 u. A., s. Bq s. v. — Das einmalige, in der Bedeutung etwas abweichende δέελος, aus dem das geläufigere εὐδείελος (s. d.) metrisch gedehnt sein kann, zeigt die Suffixvariante -ελο- (vgl. z. B. ἴκελος).
Page 1,378-379

Chinese

原文音譯:dÁloj 得羅士
詞類次數:形容詞(4)
原文字根:明顯 相當於: (תָּמִים‎)
字義溯源:明確的,顯然的*,明顯的。在這字使用四次中,明確的把這字的特質顯明出來了
同源字:1) (ἄδηλος)隱藏的 2) (ἀδηλότης)不確定 3) (ἀδήλως)不確定地 4) (δῆλος)明確地 5) (δηλόω)使其清楚 6) (ἔκδηλος)完全顯明的 7) (κατάδηλος)顯示出來 8) (πρόδηλος)坦誠於眾人面前參讀 (ἀναδείκνυμι)同義字
出現次數:總共(4);太(1);林前(1);加(1);提前(1)
譯字彙編
1) 明確的(1) 提前6:7;
2) 明顯的(1) 加3:11;
3) 明顯(1) 林前15:27;
4) 露出來了(1) 太26:73

English (Woodhouse)

clear, evident, manifest, perspicuous, plain, visible

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)

Mantoulidis Etymological

(=φανερός). Ἀπό ρίζα διϝ- τοῦ δῖος (=θεῖος, εὐγενής). Ἀρχικά ἦταν δεjηλος → δῆλος.
Παράγωγα: δηλόω -ῶ (=φανερώνω), δήλωμα, δήλωσις, δηλωτέον, δηλωτικός, δηλωτός, ἀδήλωτος, δηλαδή (δῆλα + δή).

Lexicon Thucydideum

conspicuus, manifestus, conspicuous, evident, 1.93.5, 4.29.3, 6.54.7,
cum partic. vel with participle or ὅτι,1.71.1, 1.93.2, 1.140.2, 5.10.5, 8.59.1, 8.92.11,
constat, apparet, it is clear, is evident, 1.11.1, 1.38.4, 3.38.2,
demonstrare, to point out, show, 3.64.1, 6.34.4.