δείδια

Revision as of 15:26, 15 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Autenrieth)

English (LSJ)

δείδιμεν and δειδέμεν,

   A v. δείδω.

German (Pape)

[Seite 535] u. δείδοικα, p. = δέδια, s. δείδω.

Greek (Liddell-Scott)

δείδια: δείδιμεν καὶ δειδέμεν ,ἴδε ἐν λ. δείδω.

French (Bailly abrégé)

épq. c. δέδια.

English (Autenrieth)

see δείδω.