δυσφωνία

Revision as of 12:26, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_12)

English (LSJ)

ἡ,

   A roughness of sound, Demetr.Eloc.48, Poll.2.112, Cat.Cod.Astr.2.167.

German (Pape)

[Seite 690] ἡ, Mißton, Mißklang; Demetr. de eloc. 48; Poll. 2, 112.

Greek (Liddell-Scott)

δυσφωνία: ἡ, τραχύτης φωνῆς, κακοφωνία, Δημήτρ. Φαληρ. 48, Πολυδ. Β΄, 112.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 malsonancia δ. συνθέσεως Demetr.Eloc.48, cf. 105, ἐκ τῆς σκοτεινῆς τοῦ μέτρου δυσφωνίας Eutecnius C.Par.8.3, op. καλλιφωνία Poll.2.112, cf. Eust.1570.19.
2 dificultad al hablar Gal.7.59, τὸ σχῆμα ἀφωνίαν ἢ δυσφωνίαν ποιῆσαι Vett.Val.375.29.