Νεκύσιος

English (LSJ)

ὁ, the eleventh month in Crete, SIG712.56 (ii B.C.), Hemerolog.Flor.

Greek (Liddell-Scott)

Νεκύσιος: ὁ, ὁ ια΄ μὴν παρὰ τοῖς Κρησὶ (12 Ἰουλ. - 10 Αὐγουσ., Ἰουλιαν. ἡμερολ.), Ideler Chronol. 1. 426.

Greek Monolingual

Νεκύσιος, ὁ (Α)
ο ενδέκατος μήνας τών Κρητών, που αντιστοιχούσε στον Πυανοψιώνα του αττικού ημερολογίου.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Ο τ. σχηματίστηκε υποχωρητ. από το νεκύσια (τὰ)].