Περσηΐς

English (LSJ)

-ίδος, ἡ,
A sprung from Perseus, of Alcmena, E.HF801 (lyr.).
II name of Hecate, A.R.3.467.

French (Bailly abrégé)

ΐδος (ἡ) :
Perséide (fille de Persès ou de Persée) :
1 fille d'Okéanos, femme d'Hélios, mère d'Æetès, de Circé, de Persès;
2 petite-fille de Persée (Alcmène);
3 fille de Persès (Hécatè).
Étymologie: Περσεύς, Πέρσης¹.

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
1. προσωνυμία της Αλκμήνης
2. προσωνυμία της Εκάτης.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Περσεύς, -ῆος + επίθημα -ίς].

Greek Monotonic

Περσηΐς: -ίδος, ἡ, αυτή που έχει γεννηθεί από τον Περσέα, όνομα της Αλκμήνης, σε Ευρ.· ονομάζεται Περσήϊον αἷμα στον Θεόκρ.

Russian (Dvoretsky)

Περσηΐς: ΐδος ἡ Персеида
1 Hes. = Πέρση;
2 внучка Персея - см. Περσεύς 1 - т. е. Алкмена Eur.