Τιτυός
English (LSJ)
ὁ, Tityus, Od.7.324, 11.576.
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
Tityos, Géant.
Étymologie: R. Τυ, être gros ; cf. τύλος.
Russian (Dvoretsky)
Τῐτυός: ὁ Титий (сын Геи, гигант на о-ве Эвбея, низвергнутый Аполлоном и Артемидой в подземное царство) Hom., Pind., Plat., Luc.
Greek (Liddell-Scott)
Τῐτυός: ὁ, υἱὸς τῆς Γῆς, οὗ τὸ ἧπαρ ἀδιαλείπτως κατέτρωγον ἐν τῷ ᾅδῃ δύο γῦπες πρὸς τιμωρίαν αὐτοῦ ἐπὶ ἀποπείρᾳ βιασμοῦ τῆς Λητοῦς, Λητὼ γὰρ ἥλκησε, Διὸς κυδρὴν παράκοιτιν Ὀδ. Λ. 576, πρβλ. Η. 324.
English (Autenrieth)
Tityus, a giant, the son of Gaea, punished in Hades, Od. 11.576 -, Od. 7.324.
English (Slater)
Τῐτῠός son of Zeus and Elara, killed by Artemis. “Εὐρώπα Τιτυοῦ θυγάτηρ” (P. 4.46) “καὶ μὰν Τιτυὸν βέλος Ἀρτέμιδος θήρευσε κραιπνόν” (P. 4.90) Ἀλέρας υἱόν (sc. Τιτυόν: ad Πα. 13. b. 3 revocavit Turyn) fr. 294.
Greek Monolingual
και Τίτυος, ο, ΝΑ
μυθ. γίγαντας, γιος του Διός και της Ελάρας, κόρης του Μινύου ή του Ορχομενού.
Greek Monotonic
Τῐτυός: ὁ, γιος της Γαίας, Γίγαντας, σε Ομήρ. Οδ.