και όχερη, ητο μέρος του αρότρου που κρατά ο γεωργός για να κατευθύνει το ζευγάρι, η εχέτλη.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < εν + χέρι (< χέρι-ον, υποκορ. του αρχ. χειρ, χειρός)].